Oι αντάρτες του ΕΛΑΣ τη νύχτα της 1ης προς 2α Ιουνίου του 1943, ανατίναξαν τη σιδηροδρομική σήραγγα του Κουρνόβου στο δρόμο από το Δομοκό προς τη Λαμία στη Φθιώτιδα. Σε αντίποινα, οι Ιταλοί εκτέλεσαν στις 6 Ιουνίου 106 κρατούμενους, που παρέλαβαν από το στρατόπεδο της Λάρισας ανάμεσά τους και τρεις Μαρκοπουλιώτες : ΓΚΛΙΑΤΗΣ ΚΩΣΤΑΣ – ΜΑΝΤΑΛΑΣ ΠΑΝΟΣ – ΧΑΣΙΩΤΗΣ ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ
Ακλουθεί η περιγραφή των γεγονότων που έκανε ο διασωθείς του στρατοπέδου Ιατρός Φλούντζης
Ήταν Σάββατο 5 του Ιούνη όταν έφτασαν στο στρατόπεδο 5 αυτοκίνητα με καραμπινιέρους. Μας φώναξαν για προσκλητήριο. Κείνο το πρωί το προσκλητήριο δεν το ’καμε όπως συνήθως ο λοχίας Βολόκιο. Ήρθε ο διοικητής με 2 – 3 καραμπινιέρους. Κρατούσε μια κατάσταση με 106 ονόματα……
– Όσοι άκουσαν τα ονόματά τους, είπε, να πάρουν τα πράματά τους και να παραταχθούν στο προαύλιο. Θα μεταχθούν σ’ άλλο “στρατόπεδο». Δεν είχαμε πάρει καμιά είδηση απ’ έξω. Κι αυτοί δεν έδειχναν για κακό. Πάντως ποτέ δεν ήτανε ευχάριστες αυτές οι μεταγωγές και η διάσπαση της ομάδας σε μικρότερα τμήματα. Όλοι μαζί είχαμε μεγαλύτερη δύναμη, οργανώναμε τη ζωή μας καλύτερα. Βελτιώναμε τις συνθήκες διατροφής. Καλύπταμε, τις ελλείψεις μας σε ρούχα, παπούτσια, σκεπάσματα. Μια βαριά καταθλιπτική ατμόσφαιρα κυριάρχησε ανάμεσά μας. Βοηθήσαμε τους φίλους μας να ετοιμαστούν. Κάναμε ότι μπορούσαμε για να τους εξυπηρετήσουμε. Στο τέλος τούς αγκαλιάσαμε, τους φιλήσαμε και τους αποχαιρετήσαμε. κι αυτοί μάς αποχαιρέτησαν “Γεια σας, παιδιά. Καλή λευτεριά! Καλή αντάμωση…” φωνάζανε ως την τελευταία στιγμή.
Kώστας Ι. Γκλιάτης
Τους φόρτωσαν στα καμιόνια μαζί με τα πράματά τους και τους πήραν. Σα να τους βλέπω και σήμερα. Ένας από τους 106 με την βαλίτσα στο χέρι τραγουδούσε το τραγούδι της αγάπης του: “Μενεξέδες και ζουμπούλια και θαλασσινά πουλιά, αν ιδείτε το πουλί μου, χαιρετίσματα πολλά… Αποχαιρετούσε με το τραγούδι του αυτό, , την αγάπη του.
Η συνοδεία ξεκίνησε, μα το μεσημέρι ξαναγύρισε πίσω. Ο γυρισμός τους στην αρχή μάς προξένησε μεγάλη χαρά. Σύντομα όμως αρχίσαμε ν’ ανησυχούμε σοβαρά. Δεν τους είπαν ότι ματαιώθηκε η μεταγωγή. Τα πράματά τους, αντί να τους τα δώσουν, τα έβαλαν στην αποθήκη. Όμως, από τη συμπεριφορά και τα μισόλογα των συνοδών τους και από μια φράση ενός καραμπινιέρου: “Καλύτερα να μένατε είκοσι χρόνια στο στρατόπεδο, παρά να κάνετε αυτό το ταξίδι”, έβγαινε ότι δεν επρόκειτο για συνήθη μεταγωγή.
Από αυτά και άλλα ύποπτα σημεία, το στρατόπεδο άρχισε να πείθεται ότι τους παν για εκτέλεση. Ύστερα από το βραδινό συσσίτιο αρχίσαμε ένα τρικούβερτο γλέντι με τους συντρόφους μας που ξαναγύρισαν στην αγκαλιά μας. Τραγούδια λαϊκά, δημοτικά, της κλεφτουριάς και ο καλαματιανός και ο τσάμικος, τράνταζαν τους θαλάμους του στρατοπέδου μας μέχρι την κατάκλιση και πέρα. Ήταν το φεστιβάλ των ηρώων του Κούρνοβου.
Το πράμα φάνηκε ξεκάθαρα την άλλη μέρα, όταν τους φώναξαν τους 106, αλλά τούτη τη φορά τους πέρασαν χειροπέδες δυο – δυο και τους πήραν χωρίς τα πράματά τους. Η συνοδεία πήρε ξανά τον ίδιο δρόμο και σταμάτησε στο 92ο χιλιόμετρο της σιδηροδρομικής γραμμής Λάρισας – Αθήνας, στην περιοχή του Κούρνοβου, , κοντά στη γαλαρία, όπου την 1/6/1943 είχε γίνει το σαμποτάζ. Εκεί τους ξεφόρτωσαν και τους οδήγησαν προς την Ομβριακή.
Χασιώτης Πρόδρομος
Τότε ο Ιταλός, επικεφαλής της συνοδείας τούς ανακοίνωσε την απόφαση για εκτέλεσή τους. Την άκουσαν με μεγάλη ψυχραιμία. Και αμέσως, αντί για κλάματα και παρακάλια, άρχισαν το τραγούδι και το χορό, ενώ ταυτόχρονα αχρήστευαν και πέταγαν ότι πράματα αξίας είχαν πάνω τους (ρολόγια, δαχτυλίδια, κ.λπ.) για να μην πέσουν στα χέρια των Ιταλών. Έτσι οι Ιταλοί βρέθηκαν μπροστά σ’ ένα θέαμα ανθρώπων που έδειχναν πρωτοφανή περιφρόνηση προς το θάνατο και απερίγραφτη εθνική έξαρση. Ένας μάλιστα, τους μίλησε στα ιταλικά και τους είπε:
“Ιταλοί στρατιώτες, εμείς δεν έχουμε τίποτα με τον ιταλικό λαό. Ίσα – ίσα τον αγαπάμε και πιστεύουμε ότι κι αυτός ζητάει την ευκαιρία ν’ αποτινάξει το Φασισμό. Είμαστε εχθροί του φασισμού, όπως κι αν λέγεται, είτε Ιταλικός είτε Γερμανικός. Και σας το λέμε ότι το τέλος του είναι κοντά. Η λευτεριά θα νικήσει την τυραννία.”
Και τα τραγούδια και ο χορός συνεχίζονταν με μεγάλο ενθουσιασμό, και έκλεισαν με το χορό του Ζαλόγγου: “Στη στεριά δεν ζει το ψάρι, ούτε ανθός στην αμμουδιά Και οι Έλληνες δεν ζούνε δίχως την ελευθεριά…” Οι Ιταλοί τούς έβλεπαν με θαυμασμό.
Be the first to comment on "Η εκτέλεση των 106 στις 6 Ιουνίου 1943 ανάμεσά τους και τρεις Μαρκοπουλιώτες"