Η «πλατώμα» και ο παιδονόμος Μπουτσίνης

Το Μαρκόπουλο , κτίσθηκε κατά γειτονιές, με δρόμους πλατύς για να περνούν οι σούστες και τα κάρα. Άφηναν πλατώματα αρκετά κοντά το ένα με το άλλο για να ανοίγονται πηγάδια και να υδρεύεται ευκολότερα ο πληθυσμός. Μερικοί όμως ήταν υποχρεωμένοι να κουβαλάνε το νερό που ήταν μακριά από τα σπίτια τους, γιατί είχαν αμελήσει ίσως να ανοίξουν πηγάδι στη γειτονιά τους.

 Το νερό το κουβαλούσαν με τενεκέδες και όχι με το χοντρό κοντάρι και τους δυο κουβάδες στην κάθε άκρη που έβαζαν στους ώμους , όπως έκαναν σε άλλες περιοχές της Ελλάδας. Την στάμνα όμως την έβαζαν στον ώμο. Συχνά έσπαγε το σχοινί και ο κουβάς για την άντληση του νερού βρισκόταν στον πάτο του πηγαδιού, έτσι απαραίτητο εργαλείο ήταν το τσιγγέλι ή «χάρμπα» όπως την έλεγαν.

Αυτά τα πλατώματα με τα πηγάδια, τα ονόμασαν και πλατείες (πλατέ) και τους έδιναν το όνομα του πιο σημαντικού νοικοκύρη που έμενε γύρω από την πλατεία ή πούσι ιρί (καινούριο πηγάδι), πούσι μίρι (καλό πηγάδι), πούσι περούραβετ (πηγάδι των πετουρέων), πούσι πλατώμα (πηγάδι της πλατείας) . Σ’ αυτές τις πλατείες συγκεντρωνόντουσαν και χόρευαν τις αποκριές. Σήμερα τα πηγάδια αυτά δεν υπάρχουν. Σαν κεντρική και μεγάλη πλατεία με το πηγάδι στο κέντρο και μετά από αρκετές απαλλοτριώσεις, έχουμε σήμερα την πλατεία Δημοσθένους Σωτηρίου, μπροστά από τον μητροπολιτικό ναό του Αγίου Ιωάννη. Εκεί δημιουργήθηκε και η αγορά. Όταν έλεγαν πάω στην αγορά εννοούσαν αυτή την πλατεία.

Πριν ακόμα υδροδοτήσει ο Συνεταιρισμός “Μαρκό” το χωριό μας, οι κάτοικοι αντλώντας νερό από πηγάδια κοινόχρηστα ή ιδιωτικά, συντηρούσαν δένδρα και λουλούδια στην αυλή τους. Γαρυφαλιές, δυόσμο, βασιλικό, φτέρες, μπαμπακιές, δενδρολίβανο, πορτοκαλιές και λεμονιές έφτιαχναν ένα μικρό παράδεισο. Ακόμα και στα πιο φτωχά σπίτια η «τσαράπα» (σπασμένο κανάτι) και οι τενεκέδες (βαμμένοι κόκκινοι) με πολύχρωμα φυτά, έκαναν να ευωδιάζει όλη η γειτονιά τους.

pousi_platoma

Τα παιδιά τότε έτρεχαν στις γειτονιές και στις πλατείες δίχως καμία επίβλεψη. Οι χωρικοί αναλάμβαναν την προστασία τους και τα μάλωναν, όταν κάτι δεν ήταν σωστό. Έντονη παρουσία στις ρούγες, τα πλατώματα και στην πλατεία του Μαρκόπουλου, στα αμέσως προ του δεύτερου παγκόσμιου πόλεμου χρόνια, είχε ο παιδονόμος. Ο παιδονόμος, ήτανε διορισμένος δημόσιος λειτουργός, επιφορτισμένος για τη σωστή, την αρμόζουσα, συμπεριφορά των παιδιών στους εκτός των σχολείων χώρους κατά τη διάρκεια της ημέρας.

Φρόντιζε τόσο για τα παιδιά, που πήγαιναν σχολείο, όσο και τα εκτός του σχολείου παιδιά, να συμπεριφέρονται και να ζουν σύμφωνα με τους κανόνες εκείνους, που απέβλεπαν στο να μη δημιουργούν προβλήματα και πάνω απ” όλα να σέβονται τους άλλους. Ο παιδονόμος συντελούσε στη διαμόρφωση και στη διαπαιδαγώγηση των νέων. Στο Μαρκόπουλο παιδονόμος διορίστηκε τότε, ο Μπουτσίνης (όπως έγραψε η λαογράφος Μαρία Δέδε, από το Κορωπί). Όταν νύχτωνε έπαιρνε το σουρλά και πήγαινε στην κεντρική πλατεία , εκεί έπαιζε κάτι σαν προσκλητήριο, κι ύστερα φώναζε.

«Ταρί- ταράτατα. Μπουτσίνε με σουρλά. Ακούστε παιδιά. Όποιος έχασε το σπίτι του, να έρθει στην πλατεία κι εγώ θα τον πάρω από το χέρι να τον πάω σπίτι.

Τα παιδιά συχνά έχαναν το σπίτι τους, και καθώς τριγύριζαν άσκοπα στις γειτονιές, ο αγαθός Μπουτσίνης αποφεύγοντας να τα κάνει να κλάψουν τους μιλούσε πότε Ελληνικά ,πότε Αρβανίτικα και τα οδηγούσε στο σπίτι τους.

ΣΟΦΙΑ ΓΚΛΙΑΤΗ- ΧΑΣΙΩΤΗ

Be the first to comment on "Η «πλατώμα» και ο παιδονόμος Μπουτσίνης"

Leave a comment

Your email address will not be published.


*