Στις αυλές οι Μεσογείτες συνήθιζαν να φυτεύουν μια μουριά και μια κληματαριά. Στην παχιά σκιά της μουριάς, τους καλοκαιρινούς μήνες συνήθιζαν να ξεκουράζονται οι νοικοκυρές και οι γειτόνισσες, αν και ποτέ δεν έμεναν με τα χέρια σταυρωμένα, πάντα κάτι είχαν να κάνουν, να μπαλώσουν ,να πλέξουν να κεντήσουν, να ράψουν. Τα παιδάκια έπαιζαν κοντά τους, στη χωματένια αυλή με αυτοσχέδια παιχνίδια.
Σε μια άλλη γωνιά της αυλής η «τρακάδα» (ξύλα αριστοτεχνικά στοιβαγμένα) και δίπλα μικρά δεμάτια κλήματα από τα κλαδεμένα αμπέλια που χρησίμευαν για προσάναμμα και για τα ψητά της σχάρας.
Στα σπίτια των νοικοκυραίων υπήρχε το «χαγιάτι» με το φούρνο. Όλα τα σπίτια δεν είχαν αυτή την ευκολία, έτσι τις γιορτινές ημέρες η νοικοκυρά προσκαλούσε τόσες γειτόνισσες, όσα ταψιά χωρούσε ο φούρνος. Τα Χριστούγεννα θυμάμαι τι χαρά ήταν αυτή να έρθουν οι γειτόνισσες με τα παιδιά τους για να ψήσουν το φαγητό στο φούρνο μας! Εκτός από το φαγητό έφερναν και ένα δεμάτι κλήματα. Στη μέση ο σοφράς και γύρω μικρά «θρόνια» (σκαμνάκια), μικρά ποτηράκια του κρασιού και στην «πονίτσα» (μικρή εσωχή στον τοίχο) παραμόνευε η φρεσκογεμισμένη από το γιοματάρι καράφα έτοιμη να επέμβει μόλις άρχιζαν οι ευχές. Ένας καλός μεζές με το κρασάκι ήταν τα νεφρά του αρνιού, που τα έτρωγαν πρώτα-πρώτα και λέγανε γελώντας «θα πούμε έτσι γεννήθηκε το αρνάκι, δίχως νεφρά», η νοικοκυρά έβγαζε πατάτες να δοκιμάσουν.
(Αρχείο Θεοφανώ Σκοπελίτη)
Οι ευχές έπεφταν βροχή, Μότε- σιούμ (χρόνια πολλά) Εδέ μότ τ- γιέμι μί-ρ ( και του χρόνου να είμαστε καλά). Τα μάγουλα των γυναικών και των παιδιών κόκκινα από την πύρα του φούρνου, ίσως και από την ρετσίνα. Όλες οι γειτόνισσες είχαν κάτι αστείο να διηγηθούν και περνούσε η ώρα τους ευχάριστα. Εμείς τα παιδιά παίζαμε «πάρτα όλα» και χαρτιά. Αφού το φαγητό ήταν έτοιμο οι γειτόνισσες το έπαιρναν και γύριζαν σπίτι τους. Δυστυχώς, σήμερα η γειτονιά αυτή δεν υπάρχει, ούτε οι ανθρώπινες σχέσεις είναι τόσο ζεστές, αλλά ζει στις θύμησες, που διαρκώς αναμοχλεύουν τη μνήμη μας. Είχε την αξία και τη σημασία της η παλιά γειτονιά, γι’ αυτό και τραγουδήθηκε:
Ο Αλέκος Σακελάριος έγραψε τους στίχους για την παλιά γειτονιά:
Be the first to comment on "Η Παλιά Γειτονιά"