Τα Χριστούγεννα Παλιά στο Μαρκόπουλο

Στην Ελλάδα τα Χριστούγεννα είναι μια από τις μεγαλύτερες Θρησκευτικές εορτές. Τα ήθη και τα έθιμα του κάθε τόπου ” χρωματίζουν ” τις γιορτινές αυτές μέρες και αποτελούν μια όαση χαράς για μικρούς και μεγάλους Μεγαλώσαμε φαίνεται αρκετά, γιατί ο νους μας γυρίζει πίσω στα παλιά, σαν το πουλάκι που ψάχνει ξανά για την πρώτη του φωλιά.

Θα μιλήσω για τα Χριστούγεννα και πως τα ζούσαμε εκείνα τα χρόνια, δηλαδή το 1950-1960. Από το φθινόπωρο τα προσμέναμε πως και πως και περισσότερο εμείς τα παιδιά. Πώς να μην τα περιμένουμε, αφού τα Χριστούγεννα ήταν η γιορτή της ξεγνοιασιάς και μικροί, μεγάλοι ξέραμε ότι τις μέρες εκείνες θα παίρναμε χαρά που τόσο την είχαμε ανάγκη εκείνα τα χρόνια. Ένα δώρο από τους γονείς ,χαρτζιλίκι από τον παππού και την γιαγιά, κάτι θα μαζεύαμε και από τα κάλαντα.

Τα τζάκια μας κάπνιζαν και σκόρπιζαν τη μοσχοβολιά από το καμένο ξύλο. «Ο καλός ο νοικοκύρης το χειμώνα χαίρεται», έτσι λέγαμε τότε, ο πατέρας είχε κάνει την προμήθειά του σε ξύλα ,αγροτικές δουλειές δεν υπήρχαν αυτή την εποχή, έτσι χαιρόταν μαζί μας την οικογενειακή ατμόσφαιρα κοντά στο τζάκι. Η γκρίνια μας όμως, ανάγκαζε τον πατέρα να ζέψει το άλογο ,να διανύσει μια μεγάλη απόσταση μέχρι τη Χαμολιά για να κόψει «βένιο» (κέδρο) να φτιάξουμε το χριστουγεννιάτικο δέντρο μας. Ο δυνατός βόρειος άνεμος δεν άφηνε τα δενδράκια να γίνουν ίσια ,έτσι πάντα το Χριστουγεννιάτικο δένδρο μας είχε νότιο προσανατολισμό .Δεν μας ένοιαζε όμως αρκεί που είχαμε κάτι να στολίσουμε .Μη φανταστείτε λαμπιόνια, πολύχρωμες μπάλες και φανταχτερά στολίδια. Δεν είχαμε τότε τέτοια, λίγα πορτοκαλάκια από το δένδρο της αυλής τα ντύναμε με ασημόχαρτο από τα τσιγάρα του πατέρα, λίγο βαμβάκι, μια αυτοσχέδια φάτνη στη βάση από τσαλακωμένο χαρτί, με χάρτινες ζωγραφιστές φιγούρες η αγία οικογένεια και τα ζωάκια και για Χριστούλη ένα μωρό από κουρελάκια καμωμένο.

Μεγάλη χαρά για εμάς τα παιδιά ήτανε τα Χριστούγεννα με οικογενειακή ατμόσφαιρα, αλλά να ξέρετε ότι πάντα στις χαρές υπάρχει και μια μελαγχολία. Οι παππούδες θυμάμαι, ήταν μελαγχολικοί για αυτούς που δεν ήταν κοντά μας, για αυτούς που είχαν χαθεί στον πόλεμο που ήτανε σχετικά πρόσφατος.

Μεγάλο γούστο είχε όμως με τους καλικάντζαρους. Εμείς τα παιδάκια τους μεγαλοποιούσαμε στη φαντασία μας και οι γεροντότεροι φρόντιζαν ακόμη πιο πολύ γι’ αυτό! Επειδή ήμασταν μες στη ζαβολιά μας έλεγαν.- Καθίστε ήσυχα γιατί θα κατεβούν οι καλικάντζαροι απ’ το τζάκι και θα ‘χουμε… κακά ξεμπερδέματα. Την ημέρα των Χριστουγέννων ξυπνούσαμε να πάμε στην λειτουργία της εκκλησιάς. Πάντα τα Χριστούγεννα ερχόντουσαν με κρύο και χιόνια. Η οικογένεια ντυνόταν με ζεστά ρούχα και ξεκινούσαν μέσα στο ξημέρωμα για την εκκλησία του Αγ. Ιωάννη (τότε, μόνο αυτή η εκκλησία λειτουργούσε τέτοια μέρα για όλο το Μαρκόπουλο ).

Οι δρόμοι γεμάτοι από οικογένειες που βάδιζαν να φθάσουν στην εκκλησία για τον ίδιο ιερό σκοπό. Μοναχικές γριούλες στηριγμένες στο μπαστούνι και τυλιγμένες στο χοντροπλεγμένο σάλι τους προσπαθούσαν να φθάσουν στην εκκλησία, το κάθισμα τις περίμενε, αφού αυτή η θέση ήταν κληρονομιά από την πεθερά της, ίσως και από πιο παλιά. Μόλις άναβαν το κερί και προσκυνούσαν η οικογένεια χωριζότανε, οι άνδρες μπροστά και οι γυναίκες πίσω (λένε για να μην σκανδαλίζονται οι άνδρες), τα παιδιά μπορούσαν να πηγαίνουν όπου ήθελαν, κοντά στους ψαλτάδες ή κοντά στο ιερό. Μόλις τελείωνε η θεία λειτουργία και έδινε τις ευχές ο ιερέας, ευλαβικά αποχωρούσαν κάτω από το στοργικό βλέμμα του Παντοκράτορα, που σαν να ευλογούσε το εκκλησίασμα όταν έπαιρνε από τα χέρια του ιερέα το αντίδωρο.

Οι ευχές και οι ασπασμοί του πλήθους έδιναν και έπαιρναν, ώσπου να φθάσουν σπίτι, όπου τους περίμενε το αναμμένο τζάκι για να πιούν ζεστό τσάι του βουνού ή φασκόμηλο. Τα παιδιά φορούσαν το παλτό τους και ξανάβγαιναν στους δρόμους για να βρουν τους φίλους και να παίξουν. Και μόλις έπεφτε το σκοτάδι ξαναγέμιζαν οι δρόμοι του Μαρκόπουλου από οικογένειες που πήγαιναν να επισκεφθούν συγγενικά σπίτια που είχαν εορτάζοντες.

Ούτε λόγος για αυτοκίνητο, με τα πόδια, σκυφτοί από την βραδινή παγωνιά, τυλιγμένοι στα παλτά τους, κρατώντας η γυναίκα την πιατέλα με τα σπιτικά γλυκά και πάντα ένα –δύο βήματα πιο μπροστά ο άνδρας, (κακή συνήθεια και αυτή τότε του Μεσογείτη άνδρα). Σε λίγες μέρες ζύγωνε η Πρωτοχρονιά, καινούρια όνειρα, καινούριες ελπίδες.

Σοφία Γκλιάτη – Χασιώτη

1 Comment on "Τα Χριστούγεννα Παλιά στο Μαρκόπουλο"

  1. ΣΟΦΙΑ ΓΚΛΙΑΤΗ ΧΑΣΙΩΤΗ | 23 Δεκεμβρίου 2023 at 17:52 | Απάντηση

    Ευχαριστώ MARKO.GR που το δημοσίευσες, το είχα γράψει πριν χρόνια, σχεδόν το είχα ξεχάσει.
    ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ.

Leave a comment

Your email address will not be published.


*